Βακτήρια, reprise

Μια από τις πρόσφατες απώλειες εξαιτίας του κορονοϊού ήταν ο Hal Willner, είδηση που έμαθα από τον φίλτατο Τομ. Λοιπόν, παρότι τρεις παραγωγές του, τα Amarcord Nino Rota (1981), Lost in the Stars: The Music of Kurt Weill (1985) και September Songs: The Music of Kurt Weill (1995) είναι στη σιντοσυλλογή μου και τα ακούω συχνά, δεν τον είχα υπόψη, ιδίως όπως τα λέει ο Τομ.

Λοιπόν, ο Τομ Γουέιτς είναι υπέροχος αφηγητής, σε συναυλίες και συνεντεύξεις, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές, νηφάλιος ή όχι. Ένα αγαπημένο μου στιγμιότυπο, που το είχε επαναλάβει αρκετές φορές, ήταν αυτό:

Rather than tell you what kind of stories I like, I’ll tell you a story. These two guys come out of a bar one night. They’re not drunk, it goes without saying, and it’s not much later than three in the morning. From down the street they hear someone singing. Opera. Now they’re both opera fans – naturally – and one says to the other, «That’s good. That’s Puccini.» And the other says, «No, it’s better, it’s Rossini.» So they go closer and the singer’s still going at it. It’s a guy, and he’s wearing a Stetson, and he’s big, but not much bigger than a garbage truck, and he’s singing at the top of his voice, like Maria Callas in «Figaro» or something «BACT-ER-I-A, BACT-EEEER-IA, BACT-EER-IA.»‘ ‘That is what I call a New York story.

Αναρωτιόμουν κατά καιρούς ποιος ήταν ο φίλος του στην ιστορία αυτή. Πολλά χρόνια μετά, στη νεκρολογία για τον φίλο του, το διαβάζουμε.

Hal wasn’t what you would call a smooth talker or a hustler, but one night we followed him to a street corner in Chinatown at 3 am where together we witnessed a homeless man singing a passionate one-word aria to Bacteria. “BAC-Ter-I-A ..Bac Ter- I – A” with a heartbreaking tenor voice that equaled anyone we had heard at the Met, it was unforgettable.

Στον Γουέιτς, είχε εντυπωθεί τόσο το περιστατικό, που το χρησιμοποίησε στα τραγούδια του μιούζικαλ Βόιτσεκ, άλλης μιας συνεργασίας του με τον Ρόμπερτ Γουίλσον. Οι στίχοι του God’s Away On Business για την παράσταση ήταν:

There’s a one-eyed man in the poker pit
They’re digging up the dead with a shovel and a pick
The sun went down; the moon wept blood
A bloody jack of Diamonds, a plague and a flood

There’s a leak, there’s a leak
In the boiler room, the poor, the lame, the blind
Who are the ones left in charge?
Killers, thieves and whores

There’s a leak, there’s a leak
In the boiler room, the poor, the lame, the blind
Who are the ones left in charge?
Killers, thieves and whores

God’s Away, God’s Away, God’s Away on Business …
Bacteria, bacteria…

Στο Blood money που κυκλοφόρησε δυο χρόνια αργότερα, οι στίχοι παραλλάχτηκαν και το γκροτέσκο τέλος του τραγουδιού αφαιρέθηκε. Ήξερα ότι είχα ανεβάσει την εκδοχή με τα βακτήρια σε κάποιο ποστ μου, αλλά πηγαίνοντας να το βρω είδα ότι είχε εξαφανιστεί από τον Γιουτούμπη κι από παντού.

Ευτυχώς, ηχητικά το έχω σωμένο στην συλλογή μου, από έναν πάλαι ποτέ ftp server, εποχές παλιές, και το βάζω εδώ…

 

Ο μαύρος καβαλάρης

Ο Wilhelm, ένας νεαρός αρχειοφύλακας, ερωτεύεται την Katchen, κόρη ενός κυνηγού, του Bertram. Για να την παντρευτεί, πρέπει να πάρει την έγκριση του πατέρα της πρέπει να αποδείξει την αξία του ως κυνηγός. Όντας όμως χαρτογιακάς και παιδί της πόλης, δεν έχει καμιά ελπίδα να βελτιώσει τις σκοπευτικές του ικανότητες, κι έτσι οι ελπίδες του να παντρευτεί την K. είναι μηδαμινές. Εκεί εμφανίζεται ο διάβολος Pegleg, που του προσφέρει σφαίρες μαγικές που θα βρίσκουν πάντοτε όποιο στόχο επιθυμεί ο W. Του κρατά μυστικό, ωστόσο, ότι μία από τούτες τις σφαίρες ελέγχεται από τον ίδιο. Ανόητος, αφελής και απελπισμένος καθώς είναι, ο W. δέχεται τη φαουστιανή συμφωνία. Τη μέρα του γάμου του, η τελευταία σφαίρα χτυπά θανάσιμα την αγαπημένη του. Ο νέος τρελαίνεται και σμίγει στο καρναβάλι των υπόλοιπων εξαπατημένων από το διάβολο θυμάτων.

Το Black Rider: The Casting of the Magic Bullets ήταν μια ιδέα του σκηνοθέτη Robert Wilson, εμπνευσμένο από ένα γερμανικό παραμύθι (Der Freischütz), ήδη διασκευασμένο σε όπερα του Carl Maria von Weber, που εκμυστηρεύτηκε αρχικά στον Tom Waits το 1988. Η ιδέα ευοδώθηκε καθώς στους δημιουργούς προστέθηκε ο William S. Burroughs, που έγραψε το βιβλίο λιμπρέτο, ενώ ο Γουέιτς την μουσική και τους περισσότερους στίχους. Ο Μπάροουζ στο παρελθόν, παριστάνοντας μεθυσμένος τον Γουλιέλμο Τέλλο είχε πυροβολήσει κατά λάθος τη γυναίκα του, ολόκληρο το σενάριο παραπέμπει και στην καταστροφική δύναμη του εθισμού. Στην αρχική παραγωγή, ο Γουΐλσον ήταν σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνος για το σχεδιασμό και τη σκηνοθεσία.

Το έργο έκανε πρεμιέρα στα γερμανικά (με έναν μικρό μέρος και όλους τους στίχους των τραγουδιών στα αγγλικά) στο θέατρο Thalia του Αμβούργου στις 31 Μαρτίου 1990. Αβάντ γκαρντ, σκοτεινό και εξπρεσιονιστικό, το μιούζικαλ αυτό αποτέλεσε ένα υπέροχο οπτικοακουστικό έργο υψηλής καλλιτεχνικής θεατρικής αξίας, όπου οι ιδέες του Γουΐλσον, το δυνατό κείμενο του Μπάροουζ και η μουσική του Γουέιτς, μια σύγχρονη αλλά όχι μιμητική εκδοχή του Κουρτ Βάιλ, δένουν μαγικά σε μια παράσταση σχεδόν καμπαρέ.

Ο Γουέιτς ηχογράφησε μουσική και τραγούδια σε δικές του παραγωγές στο δίσκο The Black Rider που κυκλοφόρησε το 1993.

Πέρασα τα Χριστούγεννα του 1998 και την Πρωτοχρονιά του 1999 φιλοξενούμενος από φίλους στο Ελσίνκι. Είχα την ευκαιρία να δω τον Μαύρο Καβαλάρη στο ανέβασμά του από το Θέατρο της Πόλης του Ελσίνκι, μια από τις αξέχαστες εμπειρίες του ταξιδιού μου εκείνου.

στη Βιέννη του Ροδανού

Jazz à Vienne, 12-7-2013 : Youn Sun Nah

Κοντεύει εννιά, ο ήλιος θα δύσει μετά από 40 λεπτά, η Γιουν Σουν Να θα ξεκινήσει λίγο πριν με το My Favourite Things.

Άμα θες, πας κατευθείαν στο 57:30, ακούς εμένα να ουρλιάζω, ένα-δυο τραγούδια, όμως, βρες μιάμιση ώρα κι απόλαυσε ολόκληρη τη συναυλία -έστω κι έτσι.

Και μετά μας αποτελείωσε ο Avishai Cohen.

Η τζαζ είνε καλή μόνον δια τας φυλάς των Κάφρων και των Καννιβάλων της λόχμης

Δόκτωρ ΛωβΕδώ και μερικές μέρες κυκλοφορεί πάλι ένα απόσπασμα από άρθρο της Ακρόπολης της 1ης Αυγούστου του 1930, σχετικά με τη γνώμη Αμερικανών «ειδικών» της εποχής για τη τζαζ μουσική. Πρόκειται για αναπαραγωγή με έμμεση αναφορά στην πηγή, που φαίνεται να είναι στον Ιστό από τον περασμένο Μάρτιο· τα σχετικά σκαναρίσματα είναι του 2003 από το αρχείο της Ψηφιακής Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων (άλλο ένα έργο που έμεινε ημιτελές -ημιτελές, όχι επειδή έφτασε ως τα μισά, αλλά επειδή η αρχή είναι το ήμισυ του παντός, τουτέστιν, ίσα που είχε ξεκινήσει… όσο χρειαζόταν για αμοιβές τρίτων και απορρόφηση κονδυλίων).

Για λόγους αυτογνωσίας, λοιπόν, έπρεπε να διαβάσω όλο το άρθρο, και να διαπιστώσω ότι ανήκω κι εγώ στους κάφρους και τους καννίβαλους. Τώρα πολλά εξηγούνται…

Ο γερουσιαστής και ψυχίατρος Λωβ του άρθρου, είναι ο William Lathrop Love, ή William L. Love, απ’ το Μπρούκλιν, μέλος της Πολιτειακής Γερουσίας της Νέας Υόρκης (όχι, δηλαδή, ομοσπονδιακός Γερουσιαστής των ΗΠΑ, ούτε καν ένας Τζαβάρας) απ’ το 1923 ως το 1932. Με την άποψή του δεν πρωτοτύπησε καθόλου για το σχετικά νεαρό σε ιστορία (από το 1864) όργανο, το σαξόφωνο. Οι Αμερικανοί που το πρωτάκουσαν στα τέλη του 19ου αιώνα, στις μπάντες του Σούσα το είχαν βρει εξωτικό, κι η σύνδεσή του με τα μπουρδέλα, την τζαζ, και τα κακόφημα μπαρ της ποτοαπαγόρευσης, το ανέδειξαν σε πνευστό του διαβόλου. Είχε, άλλωστε, προηγηθεί o Πάπας Πίος ο 10ος, το 1903, που διακήρυξε ότι η χρήση του στη θρησκευτική μουσική μπορεί να προκαλέσει αηδία ή σκάνδαλο. Ο Στραβίνσκι αρνήθηκε να γράψει μουσική γι’ αυτό το «γλοιώδες ροζ σκουλήκι». Τη δεκαετία του 1930 εκτός από τις ΗΠΑ, κυνηγήθηκε εξίσου από το Στάλιν και το ναζιστικό καθεστώς, τόσο ως όργανο της «μουσικής της ζούγκλας», όσο και ως «όργανο της καπιταλιστικής καταπίεσης».

Προσπάθησα να βρω την πηγή του άρθρου της Ακρόπολης, υποθέτω ότι είναι το αμερικανικό περιοδικό καλών τρόπων και ηθικής της εποχής Ladies’ Home Journal, που κυκλοφορεί ακόμη, αλλά απέτυχα (ως τώρα). Η έρευνα συνεχίζεται… Κάθε βοήθεια ευπρόσδεκτη και για τους καθηγητές Πέτρο Ντάικμαν και Κάσων, καθώς και τον «εξαμερικασθέντα Ινδό» δραματογράφο Ραμ-Σιγκ.


Duke Ellington and his Cotton Club Orchestra – Jungle Nights In Harlem (1930, από δίσκο 78 στροφών)

Και να φανταστείς ότι δεν το είχαν καν πιάσει στα χέρια τους ακόμη ο Πάρκερ κι ο Κολτρέιν.
 
 
Προσθήκη 30/9: άρθρο του Γεώργιου Λαμπελέτ στον Ελεύθερο Λόγο (3.9.1927) με τίτλο «Η μουσική των μαύρων» που μου έστειλε ο Νίκος Σαραντάκος. Κόντρα στις αντιδράσεις της κριτικής της εποχής, προβλέπει την επικράτησή της.

#jazz

Οι Thievery Corporation στο Ηράκλειο

Καλό γούστο, άποψη, ενέργεια. Έλειπαν μόνο τα πνευστά*…

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Thievery Corporation at Technopolis, Heraklion, Greece, Aug 1, 2012

Να τους προλάβετε στο Νεστόριο, όσοι μπορείτε.

Και του χρόνου, τώρα που μάθανε το δρόμο και το φχαριστήθηκαν.

 
*κατά @skordoputsoglou αυτό· εγώ απολάμβανα το μπάσο όλη την ώρα.

Στο Σου-Μιτζού

Τον Νίκο Ξυδάκη τον έχω γνωρίσει ως τώρα πολλές φορές. Στην αρχή ένα όνομα σκέτο, συνθέτης στην Εκδίκηση της Γυφτιάς και στα Δήθεν. Άκη Πάνου, Μαργαρίτη, Ζαμπέτα, και μετά Ζήκα και Μανίκα, όλους μπορούσαμε να τους ακούμε ακομπλάριστα, μαζί με τα επαναστατικά, τα νεολαιίστικα, τα κουλτουριάρικα και τα ροκ.

Μετά τον ξέχασα. Αντίθετα με τον Παπάζογλου και το Ρασούλη, που ήταν πια επώνυμοι. Εποχές πριν το ίντερνετ, πριν την αφθονία, τις κάρτες και τα δάνεια, με την πληροφορία, τη μουσική, τα βιβλία, τη γνώμη πολύτιμα, να ανταλλάσσονται και ν’ αποκτιούνται με φειδώ. Όταν το χαρτζιλίκι ήταν ευλαβικά προϋπολογισμένο πού θα ξοδευτεί ως την τελευταία δραχμή, κι η απαραίτητη καλοκαιρινή δουλειά έβγαζε όλα τα τρελά που ήθελες ν’ αποκτήσεις: καινούριο ενισχυτή ή πικάπ, δίσκους, εισαγωγής ή όχι, κασέτες χρωμίου, Παλέ ντε Σπορ ή Σπόρτινγκ με το τρένο ίσαμε εικοσιτετράωρο, και παραπάνω, ταξίδι, για συναυλίες με τσίκνα (όχι από σουβλάκια) και ξύλο.

Εκεί κάπου, με κοντά τέσσερα χρόνια σιγή, βγήκε και το Σου-Μιτζού με το Τραβώ Καπνό Φυσώ Καπνό· γιατί αυτά ήταν όλα κι όλα, άντε και το ομώνυμο, απ΄το Πρώτο Βράδυ στην Αθήνα. Μάλλον η αχώνευτη από τότε Γλυκερία, έθαψε μέσα μου όλο το δίσκο -ώστε να μην τον αγοράσω ποτέ. Έλιωνε κι ο Μπακιρτζής με τους Χειμερινούς στα πικάπ μας τότε, άπατος ο Ξυδάκης. Το Σου-Μιτζού, ωστόσο, ήταν σε πάμπολλες κασέττες και σε τακτική ακρόαση στα αλκοολικά ξέγνοιαστα -ακόμα- βράδια· κι η απορία μου στο ποια/ποιος το τραγουδάει γνήσια σαν του ταξιτζή στην ιστορία που διηγείται ο Ξυδάκης στο βίντεο από πάνω. Ο δε Γκανάς ως στιχουργός, ένα ακόμη άγνωστο όνομα.

Μετά η Μανία, κι η δεύτερη γνωριμία· όχι πια με τον ανώνυμο συνθέτη Ξυδάκη, μα με το δημιουργό, απ’ αυτούς που λες «πήρα το δίσκο του τάδε», κι ο τάδε είναι ο συνθέτης, κι όχι ο ερμηνευτής. Καλτ ή ταινία, καλτ και το σάουντρακ, άπειρα τα παιξίματα, τον έχασα το δίσκο, 6-7 χρόνια μετά, σ’ ένα μαγαζί που τον έπαιζα. Κάτι που ευτυχώς δεν έγινε με τη Δόξα. Τι δισκάρα! Σ΄ αυτούς που διαλέγεις για το ερημονήσι, ανεπιφύλαχτα. Ήταν και φεγγάρι με Ελλάς Σπέσιαλ για μένα τότε, ήρθε κι έδεσε· όπως κι ο Λαπαθιώτης.

Κι έτσι, όταν το χαρτζιλίκι έφτασε για μια βόλτα Αθήνα, χειμώνα 88-89, οι συναυλίες του Ξυδάκη στο Μετρό ήταν σίγουρες στο πρόγραμμα. Κι εκεί τον ξαναγνωρίζω τρίτη φορά, καθώς δίπλα στα πολυαγαπημένα, μας παρουσιάζει μαζί με κάποια άγνωστη Μαρία Φωτίου ολόκληρο το άγνωστο, ακόμα, Κάιρο Ναύπλιο Χαρτούμ. Ο Σολωμός κι οι τραγωδίες θα ακολουθούσαν, ο Ξυδάκης στην προσπάθειά του να μην επαναλαμβάνεται, αλλάζει πάλι φόρμα, μένοντας πάντα ο ίδιος. Έχει συναντηθεί και συνεχίζει να συναντιέται με καταπληκτικούς στίχους και ποίηση, όμως εγώ ακόμη περιμένω, μετά το Κάιρο, να τον γνωρίσω και πάλι, να με ξαναεκπλήξει…

Το απόσπασμα είναι από το διαδικτυακό τόπο της ΕΡΤ, αν θέλετε να ακούσετε όλη τη ζωντανή συναυλία της περασμένης Πέμπτης για το Δεύτερο Πρόγραμμα.

αντισπάμ ποστ

battersea11
Αραχνιάσαμε κι ο ακισμέτης δεν προλαβαίνει να γραπώνει κακόβουλα σχόλια. Να γράψω δεν βγαίνει, το Animals τ’ ακούω αυτές τις μέρες συχνά, οι Floyd ξανάβγαλαν -χωρίς λόγο ή πρόσθετο υλικό- όλες τις επίσημες κυκλοφορίες τους, το καλοκαίρι το τρένο πέρασε με την ανατολή έξω απ’ το Battersea, βγήκε το ποστάκιον…

Afro Reggae Heatwave Festival 1988


Ομολογώ ότι δυσκολεύτηκα πολύ να διαλέξω ένα και μοναδικό κομμάτι του LKJ για να προτάξω. Είναι τόσα πολλά κι είναι τόσο επίκαιρα όλα…

Afro Reggae Heatwave 1988 ticketΉταν καλοκαίρι 88, Ιούλιος. Την Παρασκευή 15, στη Ριζούπολη είχε Jethro Tull (ή ήταν το Σάββατο κι αυτοί;), το Σαββατοκύριακο 16-17 στην πλαζ του ΕΟΤ στον Άλιμο το πρώτο -όπως ευελπιστούσαν οι διοργανωτές απ’ το Ρόδον, αλλά μοναδικό, εντέλει- Afro Reggae Heatwave Festival, και την Τρίτη 19 στο Ωδείο στην Πάτρα Wynton Marsalis. Χωρίς λεφτά για όλα, ήταν φανερό ότι θα έμενε στην άκρη ο Ian Anderson· ήταν ήδη πολύ μεγάλος για ροκ εν ρολ από τότε, για τα γούστα μας.

Το διήμερο Afro Reggae Heatwave Festival στην πλαζ του Αλίμου συζητιόταν κανά δίμηνο αν θα γίνει τελικά, μια και είχαν προηγηθεί επεισοδιακές συναυλίες την εποχή εκείνη, αν θυμάμαι καλά. Οργανώθηκε από το τότε Ρόδον, δεν είχε τη διαφήμιση και την προβολή που θα του άξιζε, και, όπως ήταν συνηθισμένο τότε, κανείς μας δεν περίμενε να είναι άψογα τα πράγματα, αλλά δεν δίναμε σημασία. Σημασία είχαν οι άνθρωποι που θα βλέπαμε και θ’ ακούγαμε.

Γραμμένα είχαμε όλα τα υπόλοιπα: την ξενέρα γλάστρα που προανήγγειλε τις μπάντες, τους σεκιουριτάδες που κυνηγούσαν τα φλασκιά μας, τα ψιλοάθλια ηχητικά, τους δημοσιογράφους με το τουπέ για τα προνομιακά παρασκήνια, το φράχτη μπροστά στη σκηνή, την Ελένη Δήμου που λικνιζόταν με το ντρέντλοκ μαλλί ως δοσμένη Τζαμαϊκανή ή Αφρικάνα* -ανάλογα τη μέρα. Βέβαια, αν αντί να γυρνάω πτώμα Πετρούπολη για ύπνο, είχα αποφασίσει κι εγώ σλίπιν-μπάγκ – παραλία, ίσως οι εντυπώσεις μου να μην ήταν ίδιες, καθώς την πρώτη βραδιά που οι ρέγκε μπάντες τέλειωσαν στις 4:30, έμαθα μετά ότι δεν άφησαν κανέναν να κοιμηθεί εκεί. Πολύ μεγαλύτερο χουνέρι απ’ το να περιμένουμε το πρώτο λεωφορείο στις 6:30 (καθότι Κυριακή, πια). Και τα χουφτώματα των σεκιουριτάδων και τ’ άλλα, τα διαβάσαμε στην Ελευθεροτυπία μετά.

Εποχές, λοιπόν, πριν τα κινητά, την ιδιωτική τηλεόραση, το ίντερνετ, την αφθονία, τολμώ να πω ότι ήταν η πιο σημαντική μουσική διοργάνωση στην Ελλάδα ως τότε, μετά το φεστιβάλ Praxis και τα δυο πρώτα φεστιβάλ Πάτρας, που ήταν άλλη κλάση άλλωστε, κι απ’ τις πιο σημαντικές ποτέ -τουλάχιστον απ’ όσες παρακολούθησα ή θυμάμαι. Με την περιορισμένη, ωστόσο, πληροφορία της εποχής, ήταν βέβαιο ότι δεν θα είχε τον ίδιο αντίκτυπο σε όλο το κοινό, ούτε ο στίχος του LKJ, ούτε η κορνέτα τσέπης του Τσέρι. Για να μη μιλήσουμε για τα μμε (δες τι γράψανε).

Είχαμε την τύχη να δούμε τον Linton Kwesi Johnson στα χρόνια της οργής, κι όχι μόνο αυτό· ν’ ακούμε τον Don Cherry να αυτοσχεδιάζει στην ποίηση και το dub του. Είδαμε reggae μπάντες και μουσικούς θρύλους, αλλά σε πλήρη δράση, όταν ακόμη αυτή η μουσική ήταν ζωντανή κι ανόθευτη.

Και τη δεύτερη μέρα ξημέρωσε με τη γλυκιά φωνή του Γιουσού Ν’Ντουρ να τραγουδά ακόμη. Δεν παραθέτω άλλα ονόματα. Διαβάστε τα στον τύπο των ημερών.

Κάποιος ανέφερε και το θυμάμαι κι ο ίδιος ότι η ΕΤ2/ΝΕΤ έδειχνε τα επόμενα χρόνια κομμάτια απ΄ το διήμερο. Στο ert-archives δεν περίμενα να βρω τίποτε. Νάχει κρατήσει κανείς κασέτες VHS από τότε;

Ή μήπως ήσουνα κι εσύ εκεί και θες να γράψεις στα σχόλια δικές σου αναμνήσεις;

Το φεστιβάλ στις εφημερίδες της εποχής.

Vodpod videos no longer available.

 
* Μάλλον, όμως, έδωσε καλά διαπιστευτήρια, καθώς συνεργάστηκε μετέπειτα με τον Σαλίφ Κεϊτά.
Α, και, να μην ακούσω ούτε για αφελείς μουσικές και κοσμοθεωρίες, ούτε ότι τα φάγαμε μαζί…

Πάει κι ο Νικόλας ο Παπάζογλου


Ο Παπαζόγλου ήταν ο άνθρωπος που με έκανε να ξανακούσω και να συμφιλιωθώ με το λαϊκό και το μπουζούκι. Έχοντας χρόνια απηυδύσει από τη μια με τα μεταπολιτευτικά επαναστατικά κι «επαναστατικά», κι απ’ την άλλη με τα «λαϊκά» της εποχής, κάθε Κυριακή στις εκπομπές των εταιρειών στο κρατικό αποκλειστικά ραδιόφωνο, κι ολημερίς στις οχτακάναλες μεγάλες κασέτες στις καμήλες λεωφορεία του ΚΤΕ(Υ)Λ, ο Νικόλας εμφανίστηκε για να μας ξεκομπλάρει κι από τα δυο.

 
Αρχές του 80 πηγαίναμε Σαλονίκη για να γνωρίσουμε ένα κομμάτι απ’ το σόι μας που αγνοούσαμε. Μια αδερφή της γιαγιάς μου είχε δοθεί μωρό για υιοθεσία, και καμιά εξηνταριά χρόνια μετά, την ξαναβρίσκαμε μαζί με θείους, ξαδέρφες, ανίψια, μια πολυκατοικία ολόκληρη στην Τούμπα. Στο γλέντι, βγάλανε να ακούσουμε από κασέτα κάτι που «αποκλείεται να έχετε ακούσει, είναι ήδη εξαντλημένο εδώ που βγήκε, δεν έχει προλάβει να πάει παραέξω…»· ένα καινούριο δίσκο, την Εκδίκηση της Γυφτιάς. Η δυσπιστία από τον τίτλο κράτησε μέχρι να φύγει το εισαγωγικό του Σαββόπουλου, και να ξεκινήσει η Τρελή κι αδέσποτη. Θάπαιξε και 6 φορές μπρος πίσω εκείνη η κασέτα, που μας δώσανε στο τέλος, εκείνο τα Σάββατο.

 
18 συν 13, και, χρόνια μετά, εδώ που είμαι, με τον άνθρωπο που είμαι, την ευθύνη έχει ο Παπάζογλου, μ’ ένα άλλο μικρό παιχνίδι της τύχης, εκεί καλοκαίρι του 98, με τη Λοξή του Φάλαγγα.

 
Φαντάζομαι ότι τα ίδια που λέω εγώ, ή παρόμοια, θάχουν να πουν και χιλιάδες άλλοι, κι αυτό αρκεί για να δείξει πόσο μεγάλος λαϊκός καλλιτέχνης ήταν.

Ectopistes migratorius

Ξεκινώντας απ’ αυτό το τουίτ, έπεσα πάλι στον Τομ (παρέα με τον κύριο Τσίμερμαν), με ολίγη από Τζάρμους (εδώ το ηχητικό: https://soundcloud.com/emmacoria/sets/tom-waits-bob-dylans-theme-time-radio-hour)…

Τελευταίος από ένα τόσο κοινωνικό και πολυπληθές είδος… Απίστευτο!

Vodpod videos no longer available.

Στη Μάρθα αναφέρεται ο μαφιόζος που διορθώνει τον Λουι στο Ghost Dog: The Way of the Samurai

Ποπ βιντεοκλίπ ιστορίας

Είσαι αμερικανάκι, στη Χαβάη, ή στη Γιούτα -λίγη σημασία έχει, κι εύλογα αναρωτιέσαι τι τη θες την Ιστορία, να μαθαίνεις για τον Μέγα Κωνσταντίνο και τον Μέγα Αλέξανδρο, την Μαίρη Στιούαρτ και την Θεοδώρα, τον Μίνωα και τον Αττίλα.

Κάπως έτσι σκέφτηκε -ίσως- μια ομάδα Αμερικανών δασκάλων ιστορίας στη Χαβάη, σύμφωνα με το προφίλ της, και έστησε το κανάλι της στο YouTube, όπου σχεδόν τρία χρόνια τώρα ανεβάζει διασκευασμένα ποπ τραγούδια -κυρίως της δεκαετίας του 80- προσαρμοσμένα σε θέματα από την αμερικανική και την ευρωπαϊκή ιστορία· τραγουδισμένα από τους ίδιους και με το σχετικό οπτικό υλικό. Έχει και φέισμπουκ (αλίμονο) και τουίτερ.

Πενήντα κλιπ ως τώρα, βάζω άλλο ένα:

Περισσότερα με ελληνικό ενδιαφέρον:
The Odyssey («Across the Universe» by the Beatles)
Greek Philosophers («Can’t Get You Out of My Head» by Kylie Minogue)
Constantine («Come On, Eileen» by Dexy’s Midnight Runners)
Macedonia («My Sharona» by the Knack) (με το γνωστό καυγά στα σχόλια, και εδώ)

 
Το είδα στο New Yorker, μέσω της Maria X.